RECKLESS - translation to αραβικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

RECKLESS - translation to αραβικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Reckless (record); Reckless (film); Reckless (song); Reckless (disambiguation); Reckless (2010 novel); Reckless (album); Reck-less; Reckless (novel)

RECKLESS         

الصفة

أَرْعَن ; أَهْوَج ; شَخْصٌ مُتَهَوِّر ; طائِش ; مُبَالِغ ; مُتَطَرِّف ; مُتَقَاعِس ; مُتَهَاوِن ; مُتَهَوِّر ; مُجَازِف ; مُخَاطِر ; مُسْتَهْتِر ; مُغَالٍ ; مُغَامِر ; مُقَصِّر ; مُنْدَفِع ; مُنْطَلِق ; مُهْمِل ; نَزِق ; هَوْجاء

reckless         
صِفَة : طائش . متهوِّر . مُهْمِل
reckless         
ADJ
طائش ، متهور مهمل

Ορισμός

Reckless
·adj Rashly negligent; utterly careless or heedless.
II. Reckless ·adj Inattentive to duty; careless; neglectful; indifferent.

Βικιπαίδεια

Reckless
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για RECKLESS
1. Wesley Murphy pleaded guilty to reckless manslaughter.
2. The Annapolis process is reckless and groundless.
3. They were charged with manslaughter in the first and second degree, meaning both intentional and reckless manslaughter, Brown said, as well as assault and reckless endangerment.
4. Syria ‘reckless‘ During an interview he criticised Syria âЂ« one of Hezbollah‘s main backers âЂ« calling its leaders reckless, "immature" and promoters of terror.
5. Speaker‘s parents denied that their son‘s actions were reckless. We are not people of reckless behavior, nor is Andrew,‘‘ said Andrew‘s mother, Cheryl Speaker.